- μεσιακά
- επίρρ. .пополам, на двоих
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Μεσιακά — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 115 μ., 116 κάτ.) του νομού Τρικάλων. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού, στο δυτικό άκρο της πεδιάδας, 10 χλμ. Δ των Τρικάλων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καλλιδένδρου … Dictionary of Greek